Η δεύτερη έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης δείχνει ότι ο εκσυγχρονισμός της οικονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η μετάβαση σε μια εποχή χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών αποτελούν πλέον γεγονός.
Η Ευρώπη βρίσκεται σε καλό δρόμο για την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει για το 2020, όσον αφορά τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, την ενεργειακή απόδοση και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Για την περαιτέρω ενίσχυση αυτής της διαδικασίας, η Επιτροπή ανακοινώνει σήμερα μια νέα περιοδεία για την προώθηση της Ενεργειακής Ένωσης.
Σύμφωνα με τη δέσμευσή της να υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει σήμερα τη δεύτερη έκθεση σχετικά. Η έκθεση αυτή παρουσιάζει την πρόοδο που έχει επιτευχθεί από τη δημοσίευση της πρώτης έκθεσης για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης, τον Νοέμβριο του 2015. Οι εν λόγω εκθέσεις είναι καθοριστικές για την παρακολούθηση της εφαρμογής της βασικής αυτής προτεραιότητας της Επιτροπής Γιούνκερ.
Ο Μάρος Σέφτσοβιτς, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής και Επίτροπος αρμόδιος για την Ενεργειακή Ένωση, δήλωσε: «Η Ενεργειακή Ένωση δεν περιορίζεται μόνο στην ενέργεια και στο κλίμα. Αφορά την επιτάχυνση του ριζικού εκσυγχρονισμού ολόκληρης της ευρωπαϊκής οικονομίας, ώστε να καταστεί μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και αποτελεσματική ως προς τη χρήση ενέργειας και πόρων, με κοινωνικά δίκαιο τρόπο. Θα πρέπει επίσης να ενισχύσουμε την εξωτερική διάσταση της Ενεργειακής Ένωσης, ώστε να προωθήσουμε τον ηγετικό ρόλο της ΕΕ στην παγκόσμια σκηνή. Τώρα, που ένα μεγάλο μέρος των σχετικών νομοθετικών προτάσεων βρίσκεται ήδη στο τραπέζι, το 2017 πρέπει να είναι το έτος υλοποίησης. Αυτό είναι το μήνυμα που θα απευθύνω στα κράτη μέλη κατά τη διάρκεια της περιοδείας για την προώθηση της Ενεργειακής Ένωσης, την οποία θα εγκαινιάσω στις 3 Φεβρουαρίου».
Ο Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε, Επίτροπος αρμόδιος για την Ενέργεια και τη Δράση για το Κλίμα, δήλωσε: «Η Ευρώπη προχωρά ικανοποιητικά για την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει για το 2020 όσον αφορά το κλίμα και την ενέργεια. Παρά τις σημερινές γεωπολιτικές αβεβαιότητες, η Ευρώπη προωθεί σταθερά τη μετάβαση σε καθαρές μορφές ενέργειας. Δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους: η ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές είναι σήμερα ανταγωνιστική από άποψη κόστους και μερικές φορές φθηνότερη από τα ορυκτά καύσιμα, απασχολεί πάνω από ένα εκατομμύριο ανθρώπους στην Ευρώπη, προσελκύει περισσότερες επενδύσεις σε σύγκριση με πολλούς άλλους τομείς και έχει μειώσει τις δαπάνες εισαγωγής ορυκτών καυσίμων κατά 16 δισ. ευρώ. Οι προσπάθειες πρέπει να συνεχιστούν, καθώς η Ευρώπη εργάζεται από κοινού με τους εταίρους της για να τεθεί επικεφαλής στον παγκόσμιο αγώνα για μια πιο βιώσιμη και ανταγωνιστική οικονομία.»
Από τη δημοσίευση της πρώτης έκθεσης για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης, πολλές τάσεις στη μετάβαση της ΕΕ σε μια οικονομία χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών συνεχίστηκαν με εντονότερο ρυθμό. Με την ευκαιρία της νέας περιοδείας για την προώθηση της Ενεργειακής Ένωσης που θα πραγματοποιηθεί το 2017, η Επιτροπή θα προβεί σε περαιτέρω διεξοδική ανάλυση των πολιτικών των κρατών μελών.
Για την Ενεργειακή Ένωση, το 2016 ήταν το έτος επίτευξης των στόχων, όπου το όραμα του στρατηγικού πλαισίου της Ενεργειακής Ένωσης μετουσιώθηκε σε συγκεκριμένες νομοθετικές και μη νομοθετικές πρωτοβουλίες, κυρίως με τη δέσμη μέτρων «Καθαρή Ενέργεια για όλους τους Ευρωπαίους» που παρουσιάστηκε στις 30 Νοεμβρίου 2016.
Η ΕΕ συνολικά εξακολούθησε να σημειώνει ικανοποιητική πρόοδο όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της Ενεργειακής Ένωσης, κυρίως των στόχων του 2020 για την ενέργεια και το κλίμα (βλ. MEMO/17/162 και MEMO/17/163), και έχει ήδη επιτύχει τον στόχο της για το 2020 όσον αφορά την τελική κατανάλωση ενέργειας. Το ίδιο ισχύει και για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου: το 2015, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ ήταν κατά 22% χαμηλότερες από το επίπεδο του 1990. Η ΕΕ βρίσκεται επίσης σε καλό δρόμο στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπου – με βάση τα δεδομένα του 2014 – το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας έφθασε το 16% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας της ΕΕ. Μια άλλη σημαντική τάση είναι το γεγονός ότι η ΕΕ εξακολουθεί να αποσυνδέει με επιτυχία την οικονομική της ανάπτυξη από τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Κατά την περίοδο 1990-2015, το συνδυασμένο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της ΕΕ (ΑΕΠ) αυξήθηκε κατά 50%, ενώ οι συνολικές εκπομπές μειώθηκαν κατά 22%.
Χάρη στην ταχεία κύρωση από την ΕΕ της Συμφωνίας του Παρισιού που συνήφθη τον Δεκέμβριο του 2015, στις 4 Νοεμβρίου 2016 τέθηκε σε ισχύ η πρώτη νομικά δεσμευτική, παγκόσμια συμφωνία για το κλίμα.
Σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον, μια επιτυχημένη Ενεργειακή Ένωση έχει καθοριστική σημασία για την προστασία των μακροπρόθεσμων οικονομικών συμφερόντων και την ευημερία τόσο της Ευρώπης όσο και των Ευρωπαίων. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι εργασίες για την Ενεργειακή Ένωση που πραγματοποιήθηκαν κατά τους τελευταίους μήνες, έδωσαν μεγάλη έμφαση στην ενεργειακή διπλωματία που στοχεύει στην ενίσχυση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, στην επέκταση των εξαγωγών τεχνολογικών λύσεων χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών και στην προώθηση της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης.
Το 2016, η Επιτροπή παρουσίασε επίσης την ευρωπαϊκή στρατηγική για μια κινητικότητα χαμηλών εκπομπών με έναν σαφή και φιλόδοξο στόχο: μέχρι τα μέσα του αιώνα, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τις μεταφορές να είναι τουλάχιστον 60% χαμηλότερες, σε σύγκριση με το επίπεδο του 1990, με σταθερή τάση προς το μηδέν και, παράλληλα, να διασφαλίζονται οι ανάγκες κινητικότητας των ανθρώπων και των εμπορευμάτων, καθώς και η παγκόσμια συνδεσιμότητα.