Ο Πρόεδρος της Κομισιόν Jean Claude Juncker, βάζει “πάγο” στα σχέδια του Έλληνα πρωθυπουργού περί πανευρωπαϊκού ξεσηκωμού για το δίκιο της Ελλάδας σχετικά με τις αξιώσεις της χώρας στα εργασιακά και ειδικώς την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων. Ταυτόχρονα καλεί την Ελλάδα “να μην αντιστρέψει τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στο παρελθόν για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας”.
Στην απαντητική επιστολή που έστειλε στον πρωθυπουργό (ο οποίος χθες ζητούσε απο Juncker και Tusk ξεκάθαρη απάντηση για το εαν θα συνεχίσει η Ελλάδα να εξαιρείται από το ευρωπαϊκό κεκτημένο σε ό,τι αφορά τις εργασιακές σχέσεις), ο πρόεδρος της Κομισιόν, δηλώνει πως η Ελλάδα δεν θα συνεχίσει να εξαιρείται καθώς… ουδέποτε εξαιρέθηκε.
“Για μένα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κοινωνικό κεκτημένο της Ε.Ε. εφαρμόζεται στην Ελλάδα και σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος της Ε.Ε.” αναφέρει ο κ. Juncker χαρακτηριστικά και ξεκάθαρα (όπως του ζήτησε ο κ. Τσίπρας) και υπενθύμισε πως ήδη από τον Μάιο του 2015 εξέφρασε την υποστήριξή του σε δίκαια και αποτελεσματικά συστήματα συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Σημειώνεται, ότι η κυβέρνηση υποστηρίζει την υπερίσχυση των κλαδικών συλλογικών διαπραγματεύσεων έναντι των επιχειρησιακών, μέσω της επαναφοράς της επεκτασιμότητας των πρώτων και της “αρχής της εύνοιας υπέρ των εργαζομένων”.
Αντίθετα οι Θεσμοί υποστηρίζουν ότι πρέπει να διατηρηθεί το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο το οποίο δίνει τη δυνατότητα στους εργοδότες και τους εργαζόμενους μιας επιχείρησης να υπογράφουν συλλογική σύμβαση με όρους (μισθολογικούς κλπ) υποδεέστερους εκείνων που προβλέπει η συλλογική σύμβαση του κλάδου, εφόσον αυτή έχει υπογραφεί. Με άλλα λόγια δεν έχει καταργηθεί η δυνατότητα υπογραφής κλαδικών συλλογικών συμβάσεων από τη στιγμή που έχει δοθεί η δυνατότητα υπερίσχυσης των επιχειρησιακών συμβάσεων έναντι των κλαδικών. Το γεγονός αυτό δικαιολογεί, σύμφωνα με αναλυτές, την άποψη Juncker η οποία βασίζεται στο ότι ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει η θεσμική δυνατότητα υπογραφής κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, ανεξάρτητα από το εάν αυτές υπογράφονται ή όχι.
Παράλληλα, ο πρόεδρος της Κομισιον, επικαλούμενος την έκθεση συστάσεων μίας ομάδας ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων στην οποία είχε απευθυνθεί η Κομισιόν, αναφέρει ότι δεν υπάρχει “ένα μέγεθος που να ταιριάζει σε όλους” στο κοινωνικό κεκτημένο ή στο οικονομικό εγχειρίδιο, όταν πρόκειται για την οργάνωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. “Επιτρέψτε μου να προσθέσω ότι σε αυτά τα θέματα δεν πρέπει να υπάρχει ούτε χώρος για ιδεολογικές προσεγγίσεις” αναφέρει και συμπληρώνει ότι “αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι το πώς το σύστημα έχει σχεδιαστεί στα χαρτιά, αλλά αυτό που οι κοινωνικοί εταίροι πράττουν”.
Ακόμη ο κ. Juncker παραπέμπει το θέμα στις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις με τους εταίρους λέγοντας ότι “τα ζητήματα αυτά αποτελούν μέρος της συζήτησης σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος για την Ελλάδα” και συνεχίζει λέγοντας ότι “πρέπει να επιτευχθεί μια συμφωνία που θα σέβεται τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από όλες τις πλευρές (…) με σεβασμό προς το κοινωνικό κεκτημένο, του οποίου είμαστε οι θεματοφύλακες.”.
Αναλυτικά η επιστολή Juncker αναφέρει:
“Διάβασα την επιστολή του Πρωθυπουργού με μεγάλη προσοχή.
Κατανοώ το ευρωπαϊκό πνεύμα και την έκκληση για επιστροφή στην ομαλότητα μετά από τόσες προσπάθειες του ελληνικού λαού. Για μένα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το κοινωνικό κεκτημένο της ΕΕ εφαρμόζεται στην Ελλάδα και σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δημοσίως με τον Πρωθυπουργό κ. Τσίπρα ήδη από τον Μάιο 2015 εξέφρασα την υποστήριξή μου σε δίκαια και αποτελεσματικά συστήματα συλλογικών διαπραγματεύσεων. Για τον λόγο αυτό, η Επιτροπή προέβη σε αξιολόγηση των κοινωνικών επιπτώσεων του νέου προγράμματος πριν την ολοκλήρωσή του τον Αύγουστο του 2015. Και αυτός είναι ο λόγος, όταν πρόκειται για μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, για τον οποίο πιέσαμε ώστε μια ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων να προβεί σε συστάσεις, υπό το πρίσμα των ευρωπαϊκών και διεθνών βέλτιστων πρακτικών.
Αυτοί οι εμπειρογνώμονες παρουσίασαν την έκθεσή τους το περασμένο φθινόπωρο και υποστηρίζουμε τις συστάσεις τους. Ορισμένες από αυτές είναι ξεκάθαρες, όταν πρόκειται για την εφαρμογή του νόμου. Άλλες είναι πιο ελαστικές, όταν πρόκειται για πρακτικές ρυθμίσεις ή τρόπους εργασίας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, όπως ορθώς υπενθυμίζει η έκθεση, και είναι γνωστό σε όλους, δεν υπάρχει “ένα μέγεθος που να ταιριάζει σε όλους” στο κοινωνικό κεκτημένο ή στο οικονομικό εγχειρίδιο, όταν πρόκειται για την οργάνωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Επιτρέψτε μου να προσθέσω ότι σε αυτά τα θέματα δεν πρέπει να υπάρχει ούτε χώρος για ιδεολογικές προσεγγίσεις.
Από εμπειρία, και έχω ειδικούς γύρω από το τραπέζι, αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι το πώς το σύστημα έχει σχεδιαστεί στα χαρτιά, αλλά αυτό που οι κοινωνικοί εταίροι πράττουν, μέσω της ικανότητάς τους να συμμετέχουν αυτόνομα αλλά και από κοινού με τις δημόσιες αρχές.
Τα ζητήματα αυτά αποτελούν μέρος της συζήτησης σχετικά με τη δεύτερη αξιολόγηση του προγράμματος για την Ελλάδα και συμφωνώ ότι είναι προς το συμφέρον όλων μας να ολοκληρωθεί γρήγορα. Δεν είμαστε μακριά: σημαντική πρόοδος έχει σημειωθεί τις τελευταίες βδομάδες και τις τελευταίες μέρες ακόμα μέχρι και αργά χθες το βράδυ.
Πιστεύω ότι πρέπει να επιτευχθεί μια συμφωνία που θα σέβεται τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από όλες τις πλευρές κατά την έναρξη του προγράμματος: οι δεσμεύσεις των ελληνικών αρχών να μην αντιστρέψουν τις μεταρρυθμίσεις που συμφωνήθηκαν στο παρελθόν για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας. Και η δέσμευση των πιστωτών να δώσουν στην Ελλάδα το επιθυμητό και απαραίτητο περιθώριο ελιγμών για να δημιουργήσει το δικό της μέλλον. Όλα αυτά με σεβασμό προς το κοινωνικό κεκτημένο, του οποίου είμαστε οι θεματοφύλακες.
Νομίζω ότι όλοι οι φορείς θα πρέπει να εργαστούν με υπευθυνότητα για την επίτευξη συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο όσο το δυνατόν γρηγορότερα. Το επόμενο ραντεβού θα πρέπει να είναι στο Eurogroup της 7ης Απριλίου.
Ιδανικά, θα πρέπει να είμαστε σε θέση να παρουσιάσουμε μια συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο μέχρι τότε και εμείς θα συνεχίσουμε να σας υποστηρίζουμε για τον σκοπό αυτό.
Καλώ όλους να συνεχίσουν το έργο τους σε αυτό το πνεύμα.”