Το πρόβλημα της κρουαζιέρας στην Ελλάδα δεν είναι θεσμικό αλλά υποδομών, διαδικασιών και έλλειψης συνεργασίας, τονίζει σε έρευνά του για το πώς μπορεί να αναπτυχθεί ο συγκεκριμένος κλάδος στη χώρα μας φέρνοντας μεγαλύτερα έσοδα στην ελληνική οικονομία, ο ερευνητικός οργανισμός διαΝΕΟσις.
Σύμφωνα με την έρευνα, ο τουρισμός στη χώρα μας έχει γενικότερα καλή πορεία, αλλά η αγορά της κρουαζιέρας έχει κολλήσει, αφού όπως υποστηρίζει, , είμαστε μόλις 8η σε έσοδα, παρότι η Ελλάδα αποτελεί τον 4ο δημοφιλέστερο προορισμό στην Ευρώπη.
Όπως συμπληρώνει η διαΝΕΟσις, κλειδί για να μπορέσει η χώρα να διεκδικήσει περισσότερα έσοδα από τη συγκεκριμένη αγορά είναι η ανάπτυξη του home porting, δηλαδή τα λιμάνια αφετηρίας από τα οποία ξεκινούν και στα οποία καταλήγουν τα κρουαζιερόπλοια και οι δαπάνες ανά επιβάτη είναι τρεις φορές περισσότερες από ό,τι σε ένα ενδιάμεσο λιμάνι.
Σημειώνεται ότι ένα κρουαζιερόπλοιο που ξεκινάει κρουαζιέρες από ένα ελληνικό λιμάνι έχει αεροπορικές ανταποκρίσεις για μεταφορές επιβατών και μελών πληρώματος από και προς αυτό, πιθανές διανυκτερεύσεις, επισκέψεις σε αξιοθέατα, δαπάνες για τροφή και ψυχαγωγία στην πόλη.
Επίσης περιλαμβάνει δαπάνες για το κρουαζιερόπλοιο όπως καύσιμα και άλλα αγαθά απαραίτητα για τη φιλοξενία των επιβατών του πλοίου, αλλά και μικρές ή μεγάλες επισκευές και υπηρεσίες συντήρησης.
Η Διεθνής Ένωση Εταιριών Κρουαζιέρας (Cruise Lines International Association – CLIA), εκτιμά τις δαπάνες ανά επιβάτη home-porting στα 160 ευρώ, για το λιμάνι του Πειραιά. Στην Ελλάδα από 42 λιμάνια κρουαζιέρας μόνο 6 λειτουργούν ή λειτούργησαν στο πρόσφατο παρελθόν ως λιμένες αφετηρίας: του Πειραιά, της Κέρκυρας, της Ρόδου, του Ηρακλείου, του Λαυρίου και της Θεσσαλονίκης.
Το 2016 οι επιβιβάσεις/αποβιβάσεις επιβατών home-porting σε αυτά τα έξι λιμάνια ανήλθαν σε 468.000 -ένα πολύ μικρό ποσοστό της συνολικής κίνησης, και μάλιστα ένας αριθμός που μειώνεται σε σχέση με το παρελθόν.
Πέρυσι οι επιβάτες που ξεκίνησαν την κρουαζιέρα τους από ένα ελληνικό λιμάνι ήταν 60.000 λιγότεροι από ό,τι το 2010.
Η Ελλάδα έχει μερίδιο περίπου 11% στις προσεγγίσεις κρουαζιερόπλοιων στη Μεσόγειο, αλλά μόνο 8% στον αριθμό των επιβατών και μόλις 6% σε αριθμό home-portings.
Την ίδια ώρα, το 50,4% των home-portings της Μεσογείου γίνονται στους 7 λιμένες αφετηρίας της Ιταλίας και το 31,4% στους 15 λιμένες αφετηρίας της Ισπανίας.
Στη Μεσόγειο η αύξηση του αριθμού των επιβατών ανά κρουαζιέρα την περίοδο 2010-2016 κυμάνθηκε στο 23%, καθώς οι εταιρείες έβαζαν στην αγορά ολοένα και μεγαλύτερα κρουαζιερόπλοια.
Στην Ελλάδα την ίδια περίοδο η αύξηση ήταν μόλις 6%, καθώς τα περισσότερα λιμάνια μας δεν μπορούν να φιλοξενήσουν πολύ μεγάλα πλοία.
Η αγορά της κρουαζιέρας συνεισφέρει περί τα 41 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως στην ευρωπαϊκή οικονομία, τόσο χάρη στις άμεσες όσο και χάρη στις έμμεσες και συνεπαγόμενες δαπάνες.
Όπως σημειώνεται στην έρευνα για να μπορέσει να αναπτυχθεί το home porting στη χώρα μας απαιτούνται λιμενικές υποδομές για τη φιλοξενία κρουαζιερόπλοιου και επιβατών, υπηρεσίες ελέγχου, υπηρεσίες διαχείρισης αποσκευών, τελωνειακές διαδικασίες, υπηρεσίες ανεφοδιασμού και υποδομές αγοράς ανεφοδιασμού και προμήθειας των απαραίτητων για το πλοίο.
Το πώς επιλέγονται τα λιμάνια που θα λειτουργήσουν ως «λιμάνια αφετηρίας» από τις εταιρείες κρουαζιέρας οι ερευνητές εντόπισαν μια σειρά από 81 κριτήρια τα οποία καθορίζουν οι εταιρίες το πόσο ελκυστικό είναι ένα λιμάνι. για τις εταιρείες κρουαζιέρας.
Τα σημαντικότερο είναι να διαθέτει μεγάλο διεθνές αεροδρόμιο αεροπορικές συνδέσεις, ασφάλεια προορισμού, βάθος του λιμένα, υποδομές επιβίβασης-αποβίβασης και διαχείρισης επιβατών και ύπαρξη περιοχών ιστορικού ενδιαφέροντος κοντά στο λιμάνι.
Η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα πως τα ελληνικά λιμάνια που πληρούν αρκετά από τα κριτήρια ώστε να μπορούν δυνητικά να γίνουν αποτελεσματικά home-ports είναι ο Πειραιάς, το Ηράκλειο, η Θεσσαλονίκη, η Ρόδος, το Λαύριο και η Κέρκυρα.
Σήμερα το 32% της κίνησης στον Πειραιά αφορά το home porting. Το αντίστοιχο ποσοστό για τη Βενετία είναι 88% και για τη Βαρκελώνη 58%
Χρησιμοποιώντας δεδομένα από υπάρχουσες μελέτες σε άλλα λιμάνια, οι ερευνητές της διαΝΕΟσις κατέληξαν σε συγκεκριμένες εκτιμήσεις σε ορίζοντα πενταετίας για τα πιθανά οφέλη που θα μπορούσαν να αποφέρουν οι προτεινόμενες αλλαγές για παράδειγμα στο λιμάνι του Πειραιά.
Αν όντως υλοποιηθούν το σύνολο των μέτρων που προτείνει η έρευνα, στον Πειραιά η αύξηση του home-porting θα μπορούσε να είναι της τάξης του 7% ετησίως, πράγμα που σημαίνει ότι σε βάθος πενταετίας η δραστηριότητα του home-porting μόνο θα μπορούσε να φέρει 489 εκατ. ευρώ σε άμεσες δαπάνες και 390 εκατ. επιπλέον σε έμμεσες και παράγωγες οικονομικές επιπτώσεις, καθώς και 1.300 θέσεις εργασίας επιπλέον.
Αυτό σημαίνει ότι μόνο με αυτή τη συντηρητική εκτίμηση, επενδύσεις στις υποδομές του λιμανιού του Πειραιά και αναβάθμιση των υπηρεσιών που προσφέρει στις εταιρείες κρουαζιέρας και τους επιβάτες θα μπορούσε να φέρνει επιπλέον 60 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο στην τοπική οικονομία μόνο από το home-porting.