Αυτοί που δημιούργησαν την Λερναία Ύδρα που κατατρώγει την ελληνική κοινωνία, σήμερα είναι και οι κρατικοποιημένοι όμηροί της
Του Αθανάσιου Χ. Παπανδρόπουλου
Τελικά, αυτοί που άρχισαν να οικοδομούν το απίθανο και πολυπλόκαμο πελατειακό κράτος στην Ελλάδα είναι σήμερα και τα θύματά του –πέρα, βέβαια, από τον ελληνικό λαό. Και όταν κάνουμε λόγο για «λαό», εννοείται αυτό το κομμάτι του που δεν συμμετέχει στο πελατειακό κράτος αλλά πληρώνει τα σπασμένα του, τα οποία και αντιπροσωπεύουν πολλά δισεκατομμύρια ευρώ. Ιδού γιατί.
Αγαπητοί αναγνώστες, γνωρίζετε ότι στην Ελλάδα υπάρχουν 1.620 Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) που χρηματοδοτούνται εμμέσως ή αμέσως από το κράτος; Γνωρίζετε ότι επί τριάντα και πλέον χρόνια αυτά τα ΝΠΙΔ ήταν αχαρτογράφητα, αλλά δεν έπαυαν να απορροφούν πόρους; Και χρειάστηκε να υπογράψει η Ελλάδα το πρώτο μνημόνιο ώστε να αρχίσει η καταγραφή τους –γεγονός βέβαια που δεν άρεσε καθόλου στους άμεσα ωφελούμενους από μία δραστηριότητα η οποία ήταν ανεξέλεγκτη.
Ακόμα, ποιος γνωρίζει ότι στον ελληνικό γραφειοκρατικό κυκεώνα υπάρχουν περί τις 22.000 αρμοδιότητες και κάπου 6.000 κωδικοί πληρωμής τους; Από τους κωδικούς δε αυτούς, κάθε χρόνο διακινούνταν απίστευτα δισεκατομμύρια ευρώ, τα οποία, όταν τελείωναν, έπρεπε το κράτος να δανειστεί για να μπορέσει να τους τροφοδοτεί με χρήμα. Σήμερα, και πάλι με αφορμή τα μνημόνια, το 90% των κωδικών αυτών έγινε γνωστό, αλλά το υπόλοιπο 10%, ήτοι 600 κωδικοί περίπου, παραμένουν στο απυρόβλητο για προφανείς λόγους. Σαφώς δε, μέσω των κωδικών αυτών, κυκλοφορεί κάποιο χρήμα που μάλλον κανείς δεν γνωρίζει ποιοι το παίρνουν και για ποιες από τις 22.000 αρμοδιότητες.
Αυτή είναι μία μικρή μόνον πτυχή της κρατικής Λερναίας Ύδρας, την οποία κανείς πλέον δεν τολμά να πειράξει –ούτε καν οι εταίροι και δανειστές μας. Διότι, όταν ερευνητής του ΟΟΣΑ μάς ομολογεί ότι είναι αδύνατον να βρει κανείς άκρη στον ελληνικό γραφειοκρατικό λαβύρινθο και ότι αυτή την στιγμή κάπου 150.000 άτομα πληρώνονται από το Δημόσιο χωρίς κανείς να γνωρίζει γιατί, το συμπέρασμα είναι απλό: η χώρα είναι καταδικασμένη.
Θα καταρρεύσει δε σε κάποια φάση για τους ίδιους ακριβώς λόγους που κατέρρευσε και η σοβιετικού τύπου κλεπτοκρατία. Οι εταίροι μας πια γνωρίζουν –και αυτό είναι πολύ σοβαρό πρόβλημα– ότι οι μεταρρυθμίσεις είναι πλέον σχεδόν αδύνατες στην Ελλάδα για έναν πολύ συγκεκριμένο λόγο.
Το ελληνικό πολιτικό σύστημα, αφού συνέβαλε τα μέγιστα για να δημιουργηθεί το απίθανο πελατειακό κράτος, σήμερα έχει το ίδιο κρατικοποιηθεί από τους γραφειοκράτες που ανέδειξε. Κατά συνέπεια, στην ουσία η πολιτική εξουσία όχι μόνον είναι όμηρος μιας αδίστακτης από κάθε άποψη γραφειοκρατίας, αλλά ενίοτε παγιδεύεται και από την διαφθορά της και κάποιοι πληρώνουν τα σπασμένα.
Αποκαλυπτική εν μέρει είναι, στο σημείο αυτό, η γνωστή μελέτη των Τάσου Γιαννίτση και Στ. Ζωγραφάκη, που έγινε για λογαριασμό του γερμανικού Ιδρύματος Μακροοικονομικών Μελετών Hans Böckler και η οποία φέρνει στην επιφάνεια το υπέρογκο κόστος μιας υπερτροφικής και αναποτελεσματικής δημόσιας διοικήσεως, η οποία κάθε χρόνο κόστιζε στο κοινωνικό σύνολο 21 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερα από τον ευρωπαϊκό μέσον όρο του διοικητικού κόστους.
Έτσι, την ώρα που κάποιοι γραφικοί αναζητούν τα αίτια της δημιουργίας του ελληνικού χρέους, μερικές απλές αριθμητικές πράξεις θα τους έδειχναν ότι την δεκαετία 2002-2012 η Ελλάδα, σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, πλήρωσε για την δημόσια Λερναία Ύδρα περί τα 180 δισεκατομμύρια ευρώ παραπάνω από τον μέσον όρο των άλλων εταίρων της. Ακόμα χειρότερα, από το 2009 και μετά, μπορεί ο ιδιωτικός τομέας να κατέρρευσε, πλην όμως οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος αυξήθηκαν! Για παράδειγμα, ενώ οι μισθολογικές διαφορές το 2009 ήταν 20% υπέρ του δημόσιου τομέα έναντι του ιδιωτικού, το 2014 το ποσοστό αυτό είχε υπερδιπλασιασθεί. Έτσι, ο ιδιωτικός τομέας έχει πάνω από ένα εκατομμύριο ανέργους αλλά ο αριθμός αυτός στον δημόσιο είναι σχεδόν μηδενικός.
Επίσης, μελέτη-βιβλίο του καθηγητή Γρηγόρη Θ. Παπανίκου επισημαίνει ότι την χρυσή περίοδο του υπερδανεισμού, πέρα από τους δημοσίους υπαλλήλους, εντυπωσιακά και άκοπα εισοδήματα απέκτησαν και τα παρασιτικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, που είναι και το θεμέλιο της διαπλοκής και της διαφθοράς που αυτή παράγει. Ο δανειακός πλούτος που απέκτησαν τα στρώματα αυτά στην ουσία τροφοδότησε νεοταξικές διαφορές στην Ελλάδα, τις οποίες τα μνημόνια ήλθα να αμβλύνουν.
Συνεπώς, παρατηρεί ο Γρ. Παπανίκος, τα μνημόνια μείωσαν συνολικά τις ανισότητες και αυτός είναι ο λόγος που προκλήθηκε αντιμνημονιακή υστερία. Η τελευταία είναι το προϊόν των παρασιτικών διαπλεκόμενων ομάδων και της προνομιούχου δημοσιοϋπαλληλίας, η οποία, για να προστατεύει τα συμφέροντά της, πλήττει όπως και όσο μπορεί τον ιδιωτικό τομέα και τους λιγότερο προνομιούχους Έλληνες. Κατά τον Γρ.Παπανίκο, είναι σαφές ότι τα μνημόνια δεν συνέφεραν και δεν συμφέρουν το σύνολο των παρασιτικών στρωμάτων και αυτό εξηγεί την ένταση της πολιτικής που ασκούν εναντίον τους.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι ομάδες πιέσεως του Δημοσίου και οι εκπρόσωποι των παρασιτικών συμφερόντων υπονόμευσαν, με διαφορετικές μεθοδεύσεις, κάθε μεταρρύθμιση και εξουδετέρωσαν τους ελάχιστους πολιτικούς που ήθελαν να κάνουν μεταρρυθμιστικό έργο. Σήμερα, όμως, οι εταίροι-δανειστές μας γνωρίζουν άριστα την πραγματικότητα που αγνοούσαν το 2009 και, απ’ ό,τι γνωρίζουμε, θέλουν να διαπιστώσουν μέχρι πού μπορεί να πάει η αφροσύνη και η τύφλωση της Λερναίας Ύδρας.
Όταν το διαπιστώσουν, αν τίποτε δεν έχει αλλάξει στην χώρα, θα έχει σημάνει η ώρα να την αφήσουν να στραγγαλιστεί από μία τερατώδη δημόσια διοίκηση –η οποία επίσης αυτοκαταστρέφεται από άγνοια και γραφειοκρατική πώρωση.