Μάθετε πώς οι ευρωβουλευτές θέλουν να αντιμετωπίσουν το επιβλαβές ή παράνομο περιεχόμενο στο διαδίκτυο, προστατεύοντας παράλληλα την ελευθερία της έκφρασης.
Η ΕΕ επεξεργάζεται ένα νόμο για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA) για να διαμορφώσει την ταχέως αναπτυσσόμενη ψηφιακή οικονομία σε επίπεδο ΕΕ και να θέσει πρότυπα για τον υπόλοιπο κόσμο. Ένα από τα θεμελιώδη ζητήματα που εγείρουν οι ευρωβουλευτές είναι η προστασία των χρηστών από επιβλαβές ή παράνομο περιεχόμενο. Διαβάστε το άρθρο μας για να μάθετε τι προτείνει το Κοινοβούλιο σε τρεις εκθέσεις που εγκρίθηκαν στις 20 Οκτωβρίου.
Σαφής διάκριση μεταξύ παράνομου και επιβλαβούς περιεχομένου
Το Κοινοβούλιο επιθυμεί να γίνει σαφής διάκριση μεταξύ παράνομου και επιβλαβούς περιεχομένου. Ορισμένοι τύποι περιεχομένου, για παράδειγμα η άρνηση του Ολοκαυτώματος, μπορεί να είναι παράνομοι σε ορισμένα κράτη μέλη, αλλά όχι σε άλλα. Το επιβλαβές περιεχόμενο, όπως η ρητορική μίσους και η παραπληροφόρηση, δεν είναι πάντα παράνομο. Απαιτείται αυστηρή διάκριση, καθώς οι δύο τύποι περιεχομένου απαιτούν διαφορετικές προσεγγίσεις – το παράνομο περιεχόμενο πρέπει να αφαιρείται, ενώ το επιβλαβές περιεχόμενο μπορεί να αντιμετωπιστεί και με άλλους τρόπους.
Αφαίρεση παράνομου περιεχομένου με παράλληλη διασφάλιση δικαιωμάτων και ελευθεριών
Οι ευρωβουλευτές θεωρούν ότι οι εθελοντικές δράσεις και η αυτορρύθμιση των διαδικτυακών πλατφορμών δεν επαρκούν. Ζητούν σαφείς, πανευρωπαϊκούς κανόνες για τον έλεγχο περιεχομένου, συμπεριλαμβανομένων των λεγόμενων μηχανισμών “αναγγελίας και δράσης”. Οι κανόνες πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο μηχανισμός:
είναι αποτελεσματικός – οι χρήστες θα πρέπει να είναι σε θέση να κοινοποιούν εύκολα στους διαδικτυακούς μεσάζοντες την ύπαρξη δυνητικά παράνομου διαδικτυακού περιεχομένου, ώστε να μπορούν να το αφαιρέσουν γρήγορα
δεν είναι αντικείμενο καταχρήσεων – σε περίπτωση επισήμανσης ή απόσυρσης περιεχομένου, οι θιγόμενοι χρήστες θα πρέπει να ειδοποιούνται και να έχουν τη δυνατότητα προσφυγής σε εθνικό όργανο επίλυσης διαφορών
σέβεται τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των χρηστών, όπως η ελευθερία έκφρασης και ενημέρωσης, έτσι ώστε οι διαδικτυακοί μεσάζοντες να αφαιρούν παράνομο περιεχόμενο με συνετό, αναλογικό και αμερόληπτο τρόπο και να μην αποσύρουν περιεχόμενο που δεν είναι παράνομο
Οι ευρωβουλευτές θέλουν η τελική απόφαση σχετικά με τη νομιμότητα περιεχομένου που παράγεται από τους χρήστες (user-generated content) να λαμβάνεται από ανεξάρτητο δικαστικό σώμα και όχι από ιδιωτικές εμπορικές οντότητες.
Εκτός από την αφαίρεσή του, το παράνομο περιεχόμενο που είναι ταυτόχρονα εγκληματικό θα πρέπει να υποβάλλεται στις υπηρεσίες δίωξης και τις δικαστικές αρχές. Επιπλέον, η Επιτροπή θα πρέπει να εξετάσει τη δυνατότητα υποχρέωσης των διαδικτυακών πλατφορμών να αναφέρουν σοβαρά εγκλήματα στις αρμόδιες αρχές.
Τρόποι αντιμετώπισης επιβλαβούς περιεχομένου
Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του επιβλαβούς περιεχομένου, όπως η ρητορική μίσους ή η παραπληροφόρηση, οι ευρωβουλευτές προτείνουν αφενός αυξημένες υποχρεώσεις διαφάνειας για τις πλατφόρμες και αφετέρου αύξηση του γραμματισμού των χρηστών στα μέσα επικοινωνίας.
Το Κοινοβούλιο σημείωσε ότι ένας λόγος για τον οποίο η παραπληροφόρηση εξαπλώνεται τόσο γρήγορα είναι επειδή τα επιχειρηματικά μοντέλα ορισμένων πλατφορμών ευνοούν τη δημοσίευση εντυπωσιακού περιεχομένου που να ελκύει την προσοχή των χρηστών ώστε να αυξήσουν τα κέρδη τους. Για την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων αυτής της πρακτικής, τα μέλη ζητούν διαφάνεια στις πολιτικές μεγιστοποίησης κέρδους των διαδικτυακών πλατφορμών.
Καλύτερος έλεγχος επί του περιεχομένου
Oι ευρωβουλευτές θέλουν να έχουν οι χρήστες μεγαλύτερο έλεγχο επί το περιεχόμενο που τους παρέχεται και τη δυνατότητα να εξαιρεθούν εξ ολοκλήρου από αλγορίθμους συγκέντρωσης περιεχομένου. Ζητούν, επίσης, την αυστηρότερη ρύθμιση της στοχευμένης διαφήμισης, τασσόμενοι υπέρ της λιγότερο παρεμβατικής διαφήμισης που βασίζεται στο περιεχόμενο που ο χρήστης βλέπει ανά πάσα στιγμή και όχι στο ιστορικό περιήγησης.
Επιπλέον, θέλουν η Επιτροπή να εξετάσει περισσότερες επιλογές για τη ρύθμιση της στοχευμένης διαφήμισης, συμπεριλαμβανομένης μιας ενδεχομένης απαγόρευσης.
Η Επιτροπή αναμένεται να υποβάλει πρόταση νόμου για τις ψηφιακές υπηρεσίες έως τα τέλη του 2020.