“Η γεωπολιτική του διαβατηρίου” γράφει ο Βαγγέλης Χωραφάς

0
191

Τα «χρυσά διαβατήρια» και οι «χρυσές βίζες» αποτελούν συστήματα χορήγησης ιθαγένειας και άδειας διαμονής σε επενδυτές, στα κράτη-μέλη της ΕΕ.

Είκοσι κράτη-μέλη συνολικά εφαρμόζουν αυτά τα συστήματα: η Βουλγαρία, η Μάλτα, η Κύπρος, η Τσεχία, η Εσθονία, η Ιρλανδία, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Γαλλία, η Κροατία, η Ιταλία, η Λετονία, η Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες, η Πολωνία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Σλοβακία και το Ηνωμένο Βασίλειο (μέχρι το Brexit). Έχουν χορηγηθεί περισσότερα από έξι χιλιάδες από αυτά, έναντι σημαντικού χρηματικού ποσού, σε μη Ευρωπαίους και κάποιες φορές, σε πρόσωπα με δραστηριότητες που χρήζουν διερεύνησης.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθεί τα ευρύτερα ζητήματα συμμόρφωσης με το δίκαιο της ΕΕ τα οποία τίθενται από τα συστήματα χορήγησης ιθαγένειας και άδειας διαμονής σε επενδυτές και θα λάβει τα ανάλογα αναγκαία μέτρα, ενώ προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά της Κύπρου.

Πρόκειται για μία κατανοητή οικονομική συναλλαγή, αφού όλα τα διαβατήρια δεν έχουν την ίδια αξία. Η σχετική ελευθερία μετακίνησης αποτελεί ένα προϊόν της παγκοσμιοποίησης και της χαλάρωσης των ελέγχων στα σύνορα. Η αποκαλούμενη πρώτη παγκοσμιοποίηση ήταν ακόμα πιο ανοικτή από την τρέχουσα. Μετά τη λήξη των Ναπολεόντιων Πολέμων και του Συνεδρίου της Βιέννης, η επέκταση της βιομηχανοποίησης και η άνοδος της κινητικότητας της εργασίας τον 19ο αιώνα, εξαφάνισαν σχεδόν την απαίτηση για διαβατήρια ή παρόμοια ταξιδιωτικά έγγραφα στην Ευρώπη, την Αμερική, την Αυστραλία και την Ιαπωνία. Με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, τα διαβατήρια επέστρεψαν για να μείνουν.

Σήμερα, η εξέταση του Passport Index [1] βοηθάει στην κατανόηση της εξέλιξης της παγκοσμιοποίησης. Το ίδιο έγκυρος είναι και ο Henley Passport Index [2], ο οποίος προ ημερών δημοσίευσε την λίστα των διαβατηρίων για το 2021.

Η ΑΞΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΩΝ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ

Το καθεστώς του διαβατηρίου και της βίζας τον 20ό αιώνα, αντανακλά την εθνική ισχύ κάθε κράτους και δημιουργεί τον δικό του γραφειοκρατικό γεωπολιτικό χώρο.

Οι κατάλογοι που προαναφέρθηκαν, καταγράφουν τον αριθμό των χωρών στις οποίες το διαβατήριο εγγυάται την είσοδο του κατόχου του, χωρίς την ανάγκη για βίζα ή άλλα προαπαιτούμενα. Οι χώρες της ΕΕ βρίσκονται πάντα στις πρώτες θέσεις στους σχετικούς καταλόγους, μαζί με την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, τη Σιγκαπούρη, την Αυστραλία και τις ΗΠΑ. Στις τελευταίες θέσεις της κατάταξης βρίσκονται χώρες όπως το Αφγανιστάν, η Συρία, το Ιράκ, το Πακιστάν, η Υεμένη και η Σομαλία.

Προφανώς, η υπεροχή των χωρών της Δύσης στους παγκόσμιους συσχετισμούς, εκφράζεται και στην κατάταξη στους σχετικούς καταλόγους, δείχνοντας ότι οι γεωπολιτικοί χώροι των διαβατηρίων της Δύσης καλύπτουν σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο. Τα διαβατήρια και οι βίζες αντανακλούν την ισχύ μίας χώρας, ή τη συμμετοχή της, ή την εγγύτητά της στους ισχυρούς θεσμούς της Δύσης, όταν οι κάτοικοί της μπορούν να ταξιδεύσουν σχεδόν οπουδήποτε και την ίδια στιγμή, μπορούν να εμποδίσουν την είσοδο σε υπηκόους λιγότερο σημαντικών χωρών.

Σε πολλές περιπτώσεις, όταν λιγότερο ισχυρές χώρες ζητούν βίζα από τις ισχυρότερες, επιδιώκουν να κάνουν εμφανή και την εθνική τους ανεξαρτησία.

Αυτοί οι κατάλογοι παραπέμπουν σε μία προ COVID-19 εποχή, αφού πολλά έχουν αλλάξει κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Ένα από αυτά είναι η επανενίσχυση των συνόρων, όχι μόνο μεταξύ κρατών, αλλά ακόμα και σε περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο. Αυτό γίνεται περισσότερο κατανοητό σε κράτη με μικρή εσωτερική συνοχή και στην ΕΕ, υπάρχουν πολλά από αυτά. Αν η ενίσχυση των συνόρων μεταξύ των κρατών συνεχιστεί και στη μετά την πανδημία εποχή, οι ανισότητες στην αξία των διαβατηρίων θα παγιωθούν.

Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν γεωπολιτικές εξελίξεις στη χρήση του διαβατηρίου.

Κυρίως, μετά την κατάρρευση του διπολισμού του Ψυχρού Πολέμου και την εμφάνιση πολλών νέων κρατών. Στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 υπήρχαν 171 πλήρως αναγνωρισμένα κράτη, ενώ σήμερα έχουν αυξηθεί στα 195.

Με την εξάπλωση της παγκοσμιοποίησης στη δεκαετία του ‘90, αυξήθηκε ο αριθμός των ατόμων που κατέχουν δύο ή περισσότερα διαβατήρια. Σε ατομικό επίπεδο, η δυνατότητα απόκτησης διαφόρων υπηκοοτήτων δημιουργεί επιπτώσεις στο πλάισιο των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων του ατόμου, όπως για παράδειγμα στο θέμα της φορολογίας, η οποία είναι χαμηλότερη στις πιο φτωχές χώρες του κόσμου.

Επιπτώσεις υπάρχουν και στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων, με κάποια κράτη να αυξάνουν την ισχύ τους με στοχευμένες πολιτικές παροχής διπλής υπηκοότητας.

Παραδείγματα είναι η Μολδαβία και η Βοσνία και Ερζεγοβίνη που δεν ανήκουν στην ΕΕ, αλλά μεταξύ των υπηκόων τους περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός που είναι που είναι υπήκοοι και της ΕΕ, χάριν της πολιτικής διπλών διαβατηρίων της Ρουμανίας και της Κροατίας. Αλλά και η Αυστρία κατά καιρούς, ανακοινώνει την πρόθεσή της να δώσει και την αυστριακή υπηκοότητα στους κατοίκους της αυτόνομης επαρχίας του Νοτίου Τυρόλου, που ανήκει στην Ιταλία, προκαλώντας τις αντιδράσεις της Ρώμης.

Η κυβέρνηση του Σαν Μαρίνο προχώρησε πριν από λίγες ημέρες στην προμήθεια του ρωσικού εμβολίου Sputnik V, αφού ο εφοδιασμός με εμβόλια από την ΕΕ είχε καθυστερήσει [3]. Όπως είναι γνωστόν, εκατοντάδες υπήκοοι του Σαν Μαρίνο έχουν και αμερικανική υπηκοότητα. Αυτό σημαίνει ότι, οι πρώτοι Αμερικανοί υπήκοοι θα εμβολιαστούν με ρωσικό εμβόλιο, έστω σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

ΤΟ ΥΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ

Η υγειονομική κρίση, όπως και όλες οι προηγούμενες, θα αποτελέσει τον καταλύτη για πολιτικές αλλαγές. Μία από τις πιο σημαντικές θα είναι και ο τρόπος που θα γίνει ο εμβολιασμός, σε σχέση με τη δυνατότητα κάποιου να ταξιδεύσει.

Αναφερόμαστε στον υποχρεωτικό [4] ή μη [5] εμβολιασμό, ο οποίος αποτελεί ήδη αντικείμενο διαμάχης, ενώ κάποιες χώρες, όπως η Αυστραλία, τον έχουν ήδη αποδεχτεί [6].

Μέχρι σήμερα η μόνη μορφή ελέγχου για τα διεθνή ταξίδια ήταν τα διαβατήρια. Η προτεινόμενη πολιτική τού να ταξιδεύουν μόνο εμβολιασμένα άτομα θα δημιουργήσει την ανάγκη ενός δεύτερου διαβατηρίου, ασχέτως της μορφής που θα έχει αυτό, ενός υγειονομικού διαβατηρίου.

Η ιδέα δεν είναι καινούργια και προκύπτει από το passeport sanitaire του 19ου αιώνα, που δημιουργήθηκε στη Γαλλία το 1890. Το 1893, στο Διεθνές Συνέδριο Υγιεινής στη Δρέσδη, προτάθηκε να χρησιμοποιηθεί αυτή η διαδικασία διεθνώς, παρά τις αντιρρήσεις της Βρετανίας που αρνήθηκε να υπογράψει τη συμφωνία, γιατί θεωρούσε ότι μπορεί να βλάψει το διεθνές εμπόριο. Ο Οργανισμός Υγείας της Κοινωνίας των Εθνών δημιούργησε στη δεκαετία του ‘30 τη «διεθνή βεβαίωση για εμβολιασμό και προφύλαξη», αυτή που αργότερα έγινε γνωστή ως Κίτρινη Κάρτα.

Η Κίτρινη Κάρτα έγινε υποχρεωτική, ιδίως για ταξίδια σε συγκεκριμένες χώρες της Αφρικής στις οποίες εκδηλώνονταν ενδημικές ασθένειες, που θεωρούνταν επικίνδυνες για όσους ταξίδευαν σε αυτές. Ωστόσο, η Κίτρινη Κάρτα διαφέρει σημαντικά από το υγειονομικό διαβατήριο για τον COVID-19, το οποίο σχεδιάζεται.

Θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι επειδή ο εμβολιασμός θα είναι άνισος σε παγκόσμια κλίμακα ─οι κάτοικοι του Βορρά αναμένεται να εμβολιαστούν γρηγορότερα από τους κατοίκους του Νότου─ δεν θα υπάρχει ισότητα στις δυνατότητες μετακίνησης.

Αυτό όμως που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι, ότι αν ο εμβολιασμός γίνει υποχρεωτικός για τα ταξίδια, τότε υπάρχει το ενδεχόμενο να τεθούν θέματα για την ιατρική αξία και αξιοπιστία των εμβολίων [7]. Δηλαδή, το γεωπολιτικό πρόβλημα του εμβολίου θα επανεμφανιστεί. Μετά τη γεωπολιτική διάσταση που δόθηκε στην κούρσα ανακάλυψης του εμβολίου μεταξύ Δύσης, Ρωσίας και Κίνας, θα περάσουμε στο γεωπολιτικό πρόβλημα του εμβολιασμού.

Οι τρεις γεωπολιτικοί αντίπαλοι, Δύση, Ρωσία και Κίνα ανταγωνίζονται για την εξαγωγή των δικών τους εμβολίων, όχι μόνο για να ενισχύσουν τις δικές τους εταιρείες, αλλά και για να επεκτείνουν την επιρροή τους σε διάφορες χώρες. Οι πολίτες της Ρωσίας και των χωρών που θα χρησιμοποιήσουν το ρωσικό εμβόλιο, θα περιληφθούν σε μία κατηγορία. Το ίδιο θα γίνει και με τους πολίτες της Κίνας και των χωρών που θα χρησιμοποιήσουν τα εμβόλιά της.

Αυτός όμως ο ανταγωνισμός μπορεί να δημιουργήσει τρεις διαφορετικές κατηγορίες πολιτών που μπορούν να ταξιδεύουν, αν δεν παρθούν μέτρα. Βέβαια, η εξαγωγή του ρωσικού εμβολίου σε χώρες όπως η Ινδία, το Μεξικό, η Βραζιλία, η Αργεντινή, η Αίγυπτος, ή του κινεζικού στη Σαουδική Αραβία, ή τα ΗΑΕ, δημιουργούν δισεπίλυτα προβλήματα σε αυτές τις χώρες της Δύσης που θα ήθελαν να ξεκινήσουν διαδικασίες αποκλεισμού.

Τίποτα όμως δεν αποκλείει, το 2021 να αναδειχτεί σε χρονιά της γεωπολιτικής του εμβολιασμού και του υγειονομικού διαβατηρίου.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στη HuffPost.